Καδμείωνες
From LSJ
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
English (Autenrieth)
the Cadmeians, Thebans, Il. 4.391, 385.
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) : c. Καδμεῖοι.
Russian (Dvoretsky)
Καδμείωνες: οἱ Hom. = Καδμεῖοι.
Greek Monolingual
Καδμειῶνες και Καδμείωνες, οἱ (Α) Κάδμος
Καδμείοι, οι παλαιοί κάτοικοι τών Θηβών.