ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes
[Seite 317] ίδος, fem. zu ὀκριόεις, ὀκρίδα φάραγγα, Aesch. Prom. 1018.