τετράγηρυς
From LSJ
Theocritus, Idylls, 30.3
English (LSJ)
υ,
A four-toned, of the tetrachord, ἀοιδά Terp.5.
German (Pape)
[Seite 1096] υ, gen. υος, vierstimmig, aus vier Tönen bestehend, Terpand. bei Strab. XIII, p. 618.
Greek (Liddell-Scott)
τετράγηρυς: υ, ὁ ἔχων τέσσαρας τόνους ἢ φωνάς, τετράφωνος, ἐπὶ τοῦ τετραχόρδου, Τέρπανδρ. 1.