κραταίωσις
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
English (LSJ)
εως, ἡ,
A = κραταίωμα, LXX Ps.59(60).7.
Greek (Liddell-Scott)
κρᾰταίωσις: -εως, ἡ, = τῷ προηγ., Ἑβδ. (Ψαλ. ΝΘ΄, 7).