εἰσόπιν
From LSJ
πάντα πόνος τεύχει θνητοῖς μελέτη τε βροτείη → all things are made for mortals by human toil and care
πάντα πόνος τεύχει θνητοῖς μελέτη τε βροτείη → all things are made for mortals by human toil and care
Full diacritics: εἰσόπιν | Medium diacritics: εἰσόπιν | Low diacritics: εισόπιν | Capitals: ΕΙΣΟΠΙΝ |
Transliteration A: eisópin | Transliteration B: eisopin | Transliteration C: eisopin | Beta Code: ei)so/pin |
(ὄπις) Adv.
A back: c. gen., εἰσόπιν χρόνου hereafter, A.Supp. 617.
[Seite 744] nachher, in der Folge, χρόνου Aesch. Suppl. 612.
εἰσόπιν: (ὄπις), ἐπίρρ., κατόπιν, μετὰ γεν., εἰσόπιν χρόνου, ἐν τῷ μετὰ ταῦτα, μετὰ παρέλευσιν χρόνου, Αἰσχύλ. Ἱκ. 617.