διαληπτικός
From LSJ
Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men
Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men
Full diacritics: διαληπτικός | Medium diacritics: διαληπτικός | Low diacritics: διαληπτικός | Capitals: ΔΙΑΛΗΠΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: dialēptikós | Transliteration B: dialēptikos | Transliteration C: dialiptikos | Beta Code: dialhptiko/s |
ή, όν,
A forming a judgement, ἐπίστασις M.Ant.10.8, cf. Epicur.Nat.50 G.
[Seite 587] ή, όν, unterscheidend, sorgfältig betrachtend, M. Anton. 10, 8.
διαληπτικός: -ή, -όν, πραγματευόμενος ἀκριβῶς περί τινος, Μ. Ἀντων. 10. 8.