λαλαγή
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
English (LSJ)
ἡ,
A prattle, Opp.H.1.135.
German (Pape)
[Seite 9] ἡ, Geschwätz, Geschrei, Opp. Hal. 1, 125, von einem Fische, φθέγγεται ἰκμαλέην λαλαγήν; Sp.
Greek (Liddell-Scott)
λᾰλᾰγή: ἡ, τὸ λαλαγεῖν, Ὀππ. Ἁλ. 1. 135.