ψευδοφαής
From LSJ
τότ' ἦν ἐγώ σοι πάνθ', ὅτε φαύλως ἔπραττες → At the time you were doing badly, I used to be everything for you (Menander, Woman of Samos 380)
English (LSJ)
ές,
A shining with false, i.e. borrowed, light, of the moon, D.L.2.1.
German (Pape)
[Seite 1395] ές, = Folgdm, D. L. 2, 1.
Greek (Liddell-Scott)
ψευδοφαής: -ές, ὁ λάμπων διὰ ψευδοῦς φωτός, Διογ. Λαέρτ. 2. 1· οὕτω· ψευδοφᾰνής, ές, Στοβ. Ἐκλογ. 1. 564, Ἀναξαγ. παρὰ Πλουτ. 2. 892Α.