σεισόλοφος
From LSJ
φωνὰ τύ τίς ἐσσι καὶ οὐδὲν ἄλλο → it's all voice you are, and nothing else | it's all voice ye are, and nought else
English (LSJ)
ον,
A shaking the crest, Hsch. s.v. τινακτοπήληξ.
German (Pape)
[Seite 869] Erkl. von τινακτοπήληξ, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
σεισόλοφος: -ον, ὁ σείων τόν λόφον, Ἡσύχ. ἐν λ. τινακτοπήληξ.