ἀμβαδέως
From LSJ
Φρόνημα λιπαρὸν οὐδαμῶς ἀναλίσκεται → Constans animi nulla umquam est consumptio → Ein strahlend heller Geist zehrt keineswegs sich auf
English (LSJ)
Adv
A thoughtlessly, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμβαδέως: «ἀφροντίστως, ἀπρονοήτως», Ἡσύχ.