Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
Full diacritics: φάβα | Medium diacritics: φάβα | Low diacritics: φάβα | Capitals: ΦΑΒΑ |
Transliteration A: phába | Transliteration B: phaba | Transliteration C: fava | Beta Code: fa/ba |
ατος, τό, (Lat.
A faba) beans, Edict.Diocl.1.9 (CIL iii p.232858), 6.38, Hippiatr.7, 104, 129, 130.134, Gloss.
φάβα· μέγας φόβος, Hsch.
φάβα: «μέγας φόβος. καὶ τὸ σύνηθες ὄσπριον. καὶ περιστερᾶς ἀγρίας σπερμοφάγου (εἶδος)» Ἡσύχ.