Διομήδειος
From LSJ
οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
Greek (Liddell-Scott)
Διομήδειος: -α, -ον, ὁ ἀνήκων ἢ ὅμοιος τῷ Διομήδει, ἡ Διομήδεια λεγομένη ἀνάγκη, δηλ. ἀπόλυτος, ἄφυκτος ἀνάγκη, Πλάτ. Πολ. 493D, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1029 (περὶ τοῦ τύπου πρβλ. Ἀδράστεια, Πολυδεύκεια, κτλ.), -παρομία ποικίλως ἑρμηνευομένη, ἴδε Σουΐδ. καὶ Παροιμιογρ. (ἔνθα Διομήδειος ἀνάγκη) καὶ Κόντ. ἐν Σωκράτ. Α. σ. 305.