ποσθία
From LSJ
Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf
English (LSJ)
ἡ,
A foreskin, Ph.2.211. II stye on the eyelid, Gal.12.741, Aët.7.84.
German (Pape)
[Seite 687] ἡ, das Gerstenkorn am Augenlide, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ποσθία: ἡ, οἴδησίς τις τοπικὴ τοῦ βλεφάρου, ἄλλως κριθή, κοινῶς «κριθαράκι», πρὸς τὰς ἐπὶ τῶν βλεφάρων κριθάς, ἃς ποσθίας καλοῦσι Γαλην. τ. 13, σ. 436, 457.