ἀποβλητικός
From LSJ
Full diacritics: ἀποβλητικός | Medium diacritics: ἀποβλητικός | Low diacritics: αποβλητικός | Capitals: ΑΠΟΒΛΗΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: apoblētikós | Transliteration B: apoblētikos | Transliteration C: apovlitikos | Beta Code: a)poblhtiko/s |
ή, όν,
A apt to throw off, καρπῶν Thphr.CP2.9.3.
[Seite 297] zum Wegwerfen, Verlieren.
ἀποβλητικός: -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν ἰδιότητα ν’ ἀποβάλλη, νὰ ῥίπτῃ, ἀποβλητικὰ μάλιστα τῶν καρπῶν πρὶν πεπᾶναι συκῆ καὶ φοίνιξ καὶ ἀμυγδαλῆ Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 2, 9, 3.