εἰδοί

From LSJ
Revision as of 11:36, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_22)

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰδοί Medium diacritics: εἰδοί Low diacritics: ειδοί Capitals: ΕΙΔΟΙ
Transliteration A: eidoí Transliteration B: eidoi Transliteration C: eidoi Beta Code: ei)doi/

English (LSJ)

or ἰδοί, ῶν, αἱ, = Lat. Idus, D.H.6.89, Plu.Rom.23,

   A Tab.Defix. Aud.242.49 (Carthage, i A. D.): gen. pl. εἰδυῶν IG7.2225 (Thisbe); cf. εἰδυιοί.

German (Pape)

[Seite 723] αἱ, die römischen Idus, D. H. 6, 89 u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

εἰδοί: -ῶν, αἱ, Λατ. idus, «εἰδοί, παρὰ Ρωμαίοις αἱ κατὰ τὸ τέλος τοῦ μηνὸς ἡμέραι. εἰς τρία γὰρ οὗτοι τοὺς μῆνας διῄρουν, καὶ τὰς μὲν αὐτῶν ὠνόμαζον καλάνδας, ἤγουν τὰς νουμηνίας, τὰς δὲ νόννας, τὰς δὲ λοιπὰς εἰδούς» Μοσχόπ. περὶ Σχεδ. σ. 144 - «καλάνδαι λέγονται αἱ πρῶται δέκα ἡμέραι τοῦ μηνός, νόνναι αἱ δεύτεραι, καὶ εἰδοὶ αἱ τρίται» Βαλσαμὼν Καν. 64, Διον. Ἁλ. 6. 89, Πλουτ. Ρωμ. 23.