ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart
μῠροστάφυλος: -ον, ἄμπελος φέρουσα εὐώδη σταφύλια, «μοσχοστάφυλα», Γεωπ. 4. 9, ἐν τῷ ἐπιγραφῇ.