στεφανηφόρια
From LSJ
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
English (LSJ)
τά, festival at Alexandria, PSI5.514.2 (iii B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
στεφᾰνηφόρια: -ων, τά, = τῷ προηγ., Κύριλλ.