ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
ου (ὁ) :le fils d’Œnée (Tydée).Étymologie: Οἰνεύς.