Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Φθία

From LSJ
Revision as of 19:39, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_5)

Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück

Menander, Monostichoi, 247

Greek (Liddell-Scott)

Φθία: [ῑ], ας, Ἐπικ. καὶ Ἰων. Φθίη, ης, ἡ, «πόλις καὶ μοῖρα Θετταλίας» (Στέφ.), πατρὶς τοῦ Ἀχιλλέως, Ὅμηρ.· Φθίηνδε, εἰς Φθίαν, Ἰλ. Α. 169, κλπ.· Φθίηφι, ἐν Φθίᾳ, Τ. 323. ― Ἐντεῦθεν Φθῑώτης, ου, ὁ, κάτοικος τῆς Φθίας, Ἡρόδ. 7. 131, Θουκ., κλπ.· Φθιῶτ’ Ἀχιλλεῦ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 131, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 575, Ἰφ. ἐν Αὐλ. 237· ὡσαύτως ὡς ἐπίθ., Πηνειὲ Φθιῶτα Καλλ. εἰς Δῆλ. 112. ― Φθιῶτις γῆ, ἡ χώρα τῆς Φθίας, Εὐρ. Ἀνδρ. 664, κλπ.· ἀκταὶ Φθίας ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 1125· γυναῖκες ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 1048. ― Ἐπίθ. Φθιωτικός, ή, όν, Στράβ. 433, κλπ.· Φθιώτιος, α, ον, Χριστοδ. Ἔκφρ. 200· ― ὡσαύτως ἐπίθ. Φθῖος, -α, -ον, ἐντεῦθεν Φθῖοι = Φθιῶται, Ἰλ. Ν. 686· μετὰ θηλυκοῦ Φθιάς, άδος, ἡ, Εὐρ. Ἑκ. 451. κλπ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
Phthie :
1 anc. ville de Thessalie;
2 région de la ville de Phthie, Phthiotide.
Étymologie: DELG pas d’étym.