ἀστενάκτως
From LSJ
ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself
French (Bailly abrégé)
adv.
sans gémir.
Étymologie: ἀστένακτος.
ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself
adv.
sans gémir.
Étymologie: ἀστένακτος.