δεκέμβριος

From LSJ
Revision as of 19:51, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος → Grave est malum homini risus haud in tempus → Zur falschen Zeit gelacht, hat Tränen schon gebracht

Menander, Monostichoi, 88

Greek (Liddell-Scott)

δεκέμβριος: -α, -ον, τοῦ δεκεμβρίου, πρὸ εἰδῶν δεκεμβρίων, Διον. Ἁλ. 6, 89· εἰδοῖς δεκεμβρίαις Ἰώσηπ. Ι. Α. 14. 8, 5, Πλούτ. Ἠθ. 287Α· ὁ δεκέμβριος (μὴν) Διον. Ἁλ. 8, 55. 11, 63, Πλούτ. Ἠθ. 268Α καὶ ἄλλοι.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de décembre ; ὁ δεκέμβριος μήν, ou simpl.δεκέμβριος le mois de décembre, 10ᵉ mois du calendrier romain (mars étant le 1er).
Étym. lat. december.