παράνοια
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
English (LSJ)
(
A παρανοίᾱ Ar.Fr.226 (anap.)), ἡ, derangement, madness, A.Th.756(lyr.), E.Or.824(lyr.), Hp.Prog.23, And.2.10 ; οἴμοι παρανοίας Ar.Nu.1476 ; παρανοίας τινὰ εἰσαγαγὼν ἑλεῖν, γράφεσθαι, ib.845, Pl.Lg.928e, etc. ; δίκαι παρανοίας Arist.Ath.56.6 : Pl., παρανοίας ποιεῖ καὶ θανάτους Id.PA653b5.