λίμνα
From LSJ
French (Bailly abrégé)
dor. c. λίμνη.
English (Slater)
λίμνα
1lake “Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” (P. 4.21) ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεόν, ποταμόν τε ὤανον, ἐγχωριλτ;γτ;αν τε λίμναν the lake of Kamarina, situated to the north of the city at the mouth of the river Hipparis (O. 5.11) παρὰ] Βιστονίδι λίμνᾳ fr. 169. 11.