Ἀλκμήνα
Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
English (Slater)
Ἀλκμήνα (Ἀλκμάνα passim scripsit Schr.) wife of Amphitryon, mother of Herakles and Iphikles
1 Ἀλκμήνας κασίγνητον νόθον Λικύμνιον (O. 7.27) Ἀλκμήνας θἑλικογλεφάρου Λήδας τε (P. 4.172) τέκε οἱ (= Ἀμφιτρύωνι) καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα δαίφρων ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν (v. l. Ἀλκμάνα) (P. 9.85) γυναῖκας, ὅσαι τύχον Ἀλκμήνας ἀρήγοισαι λέχει (N. 1.49) Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν (N. 10.11) (Θήβα) ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα (I. 1.12) υἱὸς Ἀλκμήνας (I. 4.55) Ἀλκμήνας τέκος (I. 6.30) Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ fr. 172. 3.
English (Slater)
Ἀλκμήνα (Ἀλκμάνα passim scripsit Schr.) wife of Amphitryon, mother of Herakles and Iphikles
1 Ἀλκμήνας κασίγνητον νόθον Λικύμνιον (O. 7.27) Ἀλκμήνας θἑλικογλεφάρου Λήδας τε (P. 4.172) τέκε οἱ (= Ἀμφιτρύωνι) καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα δαίφρων ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν (v. l. Ἀλκμάνα) (P. 9.85) γυναῖκας, ὅσαι τύχον Ἀλκμήνας ἀρήγοισαι λέχει (N. 1.49) Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν (N. 10.11) (Θήβα) ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα (I. 1.12) υἱὸς Ἀλκμήνας (I. 4.55) Ἀλκμήνας τέκος (I. 6.30) Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ fr. 172. 3.