ἐκνιτρόω
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
English (LSJ)
A cleanse with νίτρον, τἀκπώματ'.. ἐκνενιτρωμένα θεῖναι Alex.2.4, cf.IG7.3073.86(Lebad.), Archig. ap. Gal.12.406.
German (Pape)
[Seite 770] auswaschen (mit νίτρον), ἐκπώματα ἐκνενιτρωμένα Alexis bei Ath. VI, 230 b.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκνιτρόω: καθαρίζω διὰ νίτρου, τἀκπώματ’ εἰς τὸ φανερὸν ἐκνενιτρωμένα θεῖναι Ἄλεξ. ἐν «Ἱππίσκῳ» 2· - ἐκνίτρωσις, ἡ, Ὀρειβάσ.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): ἐκλ- Alex.2.4
• Grafía: inscr. graf. ἐγν-
limpiar, lavar con salitre τἀκπώματα ... ἐκλελιτρωμένα Alex.l.c., τοὺς κίονας ἐγνιτρώσασι καὶ ἐκκαθήρασιν IG 11(2).146A.76 (IV a.C.), τὸν ἁρμὸν ἐγνιτρώσας καὶ ἐκπλύνας ὕδατι καθαρῷ IG 7.3073.169, cf. 86 (Lebadea II a.C.)
•medic. friccionar, frotar con nitro ref. partes del cuerpo: para borrar cicatrices o marcas de hierros ἐξαλείψεις δὲ τὰ στίγματα καὶ τὰς οὐλὰς ἐκνιτρώσας τὸν τόπον Orib.3.36.2, en recetas contra la alopecia προξυρήσας καὶ ἐκνιτρώσας τὸν τόπον Cleopatra en Gal.12.404, cf. Archig. en Gal.12.406, Paul.Aeg.3.1.2.