ἀπακτέον
From LSJ
English (LSJ)
A one must lead away, τινά τινος Plu.2.9f.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπακτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀπάγω, δεῖ ἀπάγειν, τινά τινος Πλούτ. 2. 9F.
French (Bailly abrégé)
adj. verb. de ἀπάγω.
Spanish (DGE)
hay que apartar τῆς αἰσχρολογίας ἀ. τοὺς υἱούς Plu.2.9f.