αὐτεῖ
From LSJ
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
English (LSJ)
Adv., Dor. for αὐτοῦ, Isyll.73, IG12(3).248.19 (Anaphe), A.D.Synt.238.9; Boeot. αὐτῖ, Schwyzer 462 A 5 (Tanagra, iii B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
αὐτεῖ: Ἐπίρρ. Δωρ. ἀντὶ αὐτοῦ, Ἀπολλώνιος π. Συντάξ. 335, Γρηγ. Κορίνθου 351.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): beoc. αὐτῖ Corinn.(?)39.7.5, Schwyzer 462A.5 (Tanagra III a.C.)
adv. dór. aquí mismo, allí mismo, en el mismo lugar οὐ γὰρ ... Ἁγησιχόρα πάρ' αὐτεῖ Alcm.1.79, ἄγαλμα ... αὐτεῖ καταισχύνωμεν Stesich.88.2.10S., αὐτῖ λιπών Corinn.l.c., αὐτῖ ἰαόντυς Ταναγρήυς Schwyzer l.c., ἀλλὰ μέν' αὐτεῖ Isyll.73, στάλας ... αὐτεῖ καταστᾶσαι IG 12(3).248.19 (Anafe), explicación morfológica en A.D.Synt.338.2.