διακριτικότης

From LSJ
Revision as of 12:24, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_11)

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διακρῐτῐκότης Medium diacritics: διακριτικότης Low diacritics: διακριτικότης Capitals: ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΤΗΣ
Transliteration A: diakritikótēs Transliteration B: diakritikotēs Transliteration C: diakritikotis Beta Code: diakritiko/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ,

   A power of discrimination, Procl. in Prm.p.793S.

Greek (Liddell-Scott)

διακριτικότης: -ητος, ἡ, ἡ δεξιότης τοῦ διακρίνειν, Πρόκλ. Παρμ. σ. 793 (Stallb.).

Spanish (DGE)

-ητος, ἡ
capacidad de análisis o clasificación δ. ἐν ἑκάστῳ ὡρισμένης παραγραφῆς καὶ διαίρεσεως αἴτιον Procl.in Prm.1010.