contrapesar
From LSJ
ἄνθρωποι κενεῆς οἰήσιος ἔμπλεοι ἀσκοί → oh men, wineskins full of empty opinion
Spanish > Greek
ἀντισταθμάω, ἀντιταλαντεύω, ἀντισηκόω, ἀντισταθμίζω, ἀντιζυγόω
ἄνθρωποι κενεῆς οἰήσιος ἔμπλεοι ἀσκοί → oh men, wineskins full of empty opinion
ἀντισταθμάω, ἀντιταλαντεύω, ἀντισηκόω, ἀντισταθμίζω, ἀντιζυγόω