correspondiente
From LSJ
ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
Spanish > Greek
ἄνταλλος, ἀντιπαράθετος, ἀντακόλουθος, γίγνομαι, ἀνάλογος, ἀντίστροφος, ἀντίτυπος
ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
ἄνταλλος, ἀντιπαράθετος, ἀντακόλουθος, γίγνομαι, ἀνάλογος, ἀντίστροφος, ἀντίτυπος