Ίλιος

From LSJ

τοὐλεύθερον γὰρ ὄνομα παντὸς ἄξιον → the titlefree' is worth everything

Source

Greek Monolingual

Ἴλιος, ἡ (Α)
1. η κυριότερη πόλη της Τροίας, η πρωτεύουσα του βασιλείου του Πριάμου
2. η τρωική επικράτεια.