Αρκτοφύλαξ

From LSJ

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source

Greek Monolingual

Ἀρκτοφύλαξ (-λακος), ο (Α)
ο Αρκτούρος.