θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
Full diacritics: Κῳᾰκός | Medium diacritics: Κῳακός | Low diacritics: Κωακός | Capitals: ΚΩΑΚΟΣ |
Transliteration A: Kōiakós | Transliteration B: Kōakos | Transliteration C: Koakos | Beta Code: *kw|ako/s |
Κῳακή, Κῳακόν, of Cos: Κῳακαὶ προγνώσιες or αἱ Κῳακαί, title of work by Hippocrates of Cos.
Κῳακός, -ή, -όν (Α) Κως
1. αυτός που κατάγεται από τη νήσο Κω
2. φρ. «Κῳακαὶ προγνώσεις» ή «αἱ Κῳακαί» — τίτλος έργου του Ιπποκράτους.