μαλθακωτέρα πέπονος σικύου → softer than a ripe melon
ἄντοικος, -ον (AM) οικώαυτός που κατοικεί στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος με κάποιον άλλο, αλλά στο αντίθετο ημισφαίριο.