ήσσα

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526

Greek Monolingual

ἧσσα, ή (Α)
αρχ. αττ. τ. του μετγν. αττ. τ. ἧττα.