αγκωνιά

From LSJ

οὑδείς ἐλεύθερος ἐαυτοῦ μή κρατῶν → no one is free if he cannot command himself

Source

Greek Monolingual

η
χτύπημα με τον αγκώνα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγκών + κατάλ. -ιά].