αγλαότιμος

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source

Greek Monolingual

ἀγλαότιμος, -ον (Α)
αυτός που τιμάται μεταλοπρεπώς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγλαός + τιμή.