οἱ τότε ἤρχοντο εἰς τὴν νῆσον → they were then coming to the island
ἁγνόστομος, -ον (Μ)αυτός που έχει αγνό, καθαρό το στόμα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἁγνός + στόμα.