ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
-η, -ο αγουρογεννώαυτός που γεννήθηκε πρόωρα, πρόωρος, πρώιμος.