σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις → good things come with many pains | no pain, no gain
-ο (Μ ἀγριόφθαλμος, -ον)αυτός που έχει άγρια μάτια, αυτός που έχει άγριο βλέμμα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἄγριος + ὀφθαλμός.