σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility
ἀειτελής, -ές (Α)(για τον Θεό) ακατάπαυστα, αιώνια τέλειος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀεὶ + τελὴς < τέλος.