αιωρητικός
From LSJ
Πατὴρ οὐχ ὁ γεννήσας, ἀλλ' ὁ θρέψας σε → Non qui te genuit, est qui nutrivit pater → Dein Vater ist, wer Nahrung dir, nicht Leben gab | nicht Vater ist, wer Leben, sondern Nahrung gab
-ή, -ό αιώρηση
ο σχετικός με την αιώρηση ή ο κατάλληλος γι’ αυτήν.