Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ακαματερός

From LSJ

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monolingual

-ή, -ό ακαμάτης
1. τεμπέλης, οκνηρός
2. (το βόδι) που δεν είναι κατάλληλο για όργωμα
3. (το δέντρο ή το φυτό) που ο καρπός του ωριμάζει πολύ αργά.