Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλευρόκολλα

From LSJ

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145

Greek Monolingual

η
1. κόλλα από αλεύρι (βράζεται με ανάλογο νερό)
2. η αζωτούχος ύλη τών δημητριακών, αλλ. γλουτένη.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεύρι + κόλλα.