αλληγοριστής
From LSJ
Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
Greek Monolingual
ο (Μ ἀλληγοριστής)
παράλληλος τύπος της λέξης αλληγορητής.
Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
ο (Μ ἀλληγοριστής)
παράλληλος τύπος της λέξης αλληγορητής.