αμπελάνθισμα
From LSJ
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
το
1. το άνθισμα, το άνθος του κλήματος
2. η εποχή της άνθησης του αμπελιού.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμπελος + άνθισμα «άνθος» < ανθίζω πρβλ. αρχ. ἀμπελάνθη.