αμφιπρόσωπος

From LSJ

βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμιςAristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise

Source

Greek Monolingual

ἀμφιπρόσωπος, -ον (Α)
(συνήθως για τον Ιανό και την Εκάτη) αυτός που έχει δύο όψεις, δύο πρόσωπα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + πρόσωπον.