ανάτρηση

From LSJ

πείθεται πᾶς ἥδιον ἢ βιάζεται (Dio Cassius, Historiae Romanae 8.36.3) → it's always more pleasant to be persuaded than to be forced

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀνάτρησις) ανατιτράω
διάνοιξη οστικής κοιλότητας, κυρίως του κρανίου, για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς
αρχ.
1. η διάτρηση, το άνοιγμα τρύπας
2. οπή, τρύπα.