Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
ἀνέλαιος, -ον (Α)
1. (για τόπο) εκείνος που δεν έχει ελαιώνες
2. (για φυτό) που δεν έχει λάδι.