αναλειχάδα

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125

Greek Monolingual

η αναλείχω
ανάδοση υγρασίας στην επιφάνεια τοίχου ή αγγείου με νερό.